Ινδικό χοιρίδιο
Ινδικό χοιρίδιο | ||||||||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Κατάσταση διατήρησης | ||||||||||||||||||
Εξημερωμένο
| ||||||||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||||||||
| ||||||||||||||||||
Διώνυμο | ||||||||||||||||||
Κάβια το χοιρίδιον (Cavia porcellus) (Λινναίος, 1758) | ||||||||||||||||||
Συνώνυμα | ||||||||||||||||||
Mus porcellus |
To ινδικό χοιρίδιο (Cavia porcellus - Κάβια το χοιρίδιον), επίσης γνωστό ως ινδόχοιρος, είναι ένα είδος τρωκτικών της οικογένειας των Καβιιδών και του γένους Κάβια. Τα ινδικά χοιρίδια είναι μικρά ζώα που φτάνουν τα 25 εκατοστά σε μήκος και τα 1200 γραμμάρια σε βάρος. Τα ινδικά χοιρίδια είναι δημοφιλή κατοικίδια λόγω του ήρεμου χαρακτήρα τους, της ευκολίας στη φροντίδα τους και της φιλικής τους φύσης.Επίσης τα ινδικά χοιρίδια είναι κοινωνικά ζώα και συνήθως προτιμούν να ζουν σε ομάδες.[1]
Τα χαρακτηριστικά των ινδικών χοιριδίων περιλαμβάνουν:
• Στρογγυλό σώμα και κοντά πόδια.
• Έλλειψη ουράς.
• Μεγάλες, στρογγυλές μάτια και αυτιά.
• Ποικιλία χρωμάτων και τύπων τριχώματος (κοντότριχα, μακρύτριχα, σγουρότριχα).
Παρά την κοινή ονομασία τους, δεν ανήκουν στην οικογένεια των Συιδών, ούτε είναι από την Ινδία. Προέρχονται από τις Άνδεις, και πρώιμες μελέτες βασισμένες στη βιοχημεία και τον υβριδισμό έδειξαν ότι είναι εξημερωμένοι απόγονοι ενός στενά συγγενικού είδους ινδόχοιρων όπως τα Cavia aperea, C. fulgida, or C. tschudii και, επομένως, δεν απαντώνται σε άγρια κατάσταση στη φύση.[2][3] Πρόσφατες μελέτες εφαρμόζοντας μοριακούς δείκτες,[4][5] και μελετώντας το κρανίο και τη μορφολογία του σκελετού των τωρινών και των μουμιοποιημένων ζώων,[6] αποκάλυψαν ότι ο πρόγονός τους είναι πιθανότερα το είδος Cavia tschudii.Επίσης το 2023 έγινε επίσημα μασκότ το πρώτο ινδικό χοιρίδιο και μάλιστα για το ποδοσφαιρικό σωματείο Ρ.Ε.Ο.Π.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ ERUL, Emrullah; IŞIN, Alper (2023-03-28). «ChatGPT ile Sohbetler: Turizmde ChatGPT nin Önemi (Chats with ChatGPT: Importance of ChatGPT in Tourism)». Journal of Tourism and Gastronomy Studies. doi: . ISSN 2147-8775. http://dx.doi.org/10.21325/jotags.2023.1217.
- ↑ Weir, Barbara J. (1974). «Notes on the Origin of the Domestic Guinea-Pig». Στο: Rowlands, I. W.· Weir, Barbara J. The Biology of Hystricomorph Rodents. Academic Press. σελίδες 437–446. ISBN 0-12-613333-6.
- ↑ Nowak, Ronald M. (1999). Walker's Mammals of the World (6η έκδοση). Johns Hopkins University Press. ISBN 0-8018-5789-9.
- ↑ Spotorno, A.E., Marín, J.C., Manríquez, G., Valladares, J.P., Rico, E. and Rivas, C. (2006). «Ancient and modern steps during domestication of guinea pigs (Cavia porcellus L.)». Journal of Zoology: 060606025751032––. doi: .
- ↑ Dunnum, Jonathan L.; Salazar-Bravo, Jorge (2010). «Molecular systematics, taxonomy and biogeography of the genus Cavia (Rodentia: Caviidae)». Journal of Zoological Systematics and Evolutionary Research 48 (4): 376–388. doi: .
- ↑ Spotorno, A.E., Manríquez, G., Fernández L., A., Marín, J.C., González, F. and Wheeler, J. 2007. Domestication of guinea pigs from a southern Peru-northern Chile wild species and their middle pre-Columbian mummies. pp. 367–388 in: Kelt, D.A., Lessa, E.P., Salazar-Bravo, J. and Patton, J.L. (eds.). The Quintessential Naturalist: Honoring the Life and Legacy of Oliver P. Pearson. University of California Publications in Zoology 134:1–981 ISBN 0-520-09859-5.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- (Αγγλικά) Ινδικό χοιρίδιο - θρέψη
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Morales, Edmundo (1995). The Guinea Pig: Healing, Food, and Ritual in the Andes. University of Arizona Press. ISBN 0-8165-1558-1.
- Richardson, V.C.G. (2000). Diseases of Domestic Guinea Pigs (2nd έκδοση). Blackwell. ISBN 0-632-05209-0.
- Terril, Lizabeth A.· Clemons, Donna J. (1998). The Laboratory Guinea Pig. CRC Press. ISBN 0-8493-2564-1.
- Vanderlip, Sharon (2003). The Guinea Pig Handbook. Barron's. ISBN 0-7641-2288-6.
- Wagner, Joseph E.· Manning, Patrick J (1976). The Biology of the Guinea Pig. Academic Press. ISBN 0-12-730050-3.